Πέμπτη, Δεκεμβρίου 31, 2009

Πρόχειρος απολογισμός 10ετίας

Η 10ετία που κλείνει;

Η χειρότερη από τις τρεις που έχω ζήσει.

Η χρονιά που τελειώνει (και λίγο απ’ το ’08…);

Μάλλον η καλύτερη από γεννησιμιού μου.

Αποζημίωσε για πολλά.

Δεν είναι λύπη ακριβώς αυτό που νιώθω

επειδή τώρα τελειώνει.

Προσδοκώ –χωρίς κανένα λόγο και κανένα επιχείρημα-

πως θα ‘ρθουν τα καλύτερα.

Παρανοϊκή αισιοδοξία.

Αλλά είπα πρόσφατα σε κάποιον φίλο:

“Κάτι τέτοιοι –δεν έχει σημασία ποιοι,

κάποιοι μουντρούχοι πάντως- έχουν δουλειά.”

Κι αυτός μου απάντησε: “Ναι. Αλλά εσύ γελάς!


Κι ήτανε το πιο όμορφο πράγμα

που μου ‘χουν πει την τελευταία 10ετία.

Απίστευτο που η φράση αυτή περιέγραφε εμένα.

Κι ακόμη πιο απίστευτο…που είναι αλήθεια.


Άντε! Χρόνια Πολλά. Η νέα δεκαετία να φέρει σε όλους

υγεία, χαρά, δημιουργικότητα και γέλιο!

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 30, 2009

Τίποτα σημαντικό…

Και μετά από ένα σύντομο κι όμορφο, είν’ η αλήθεια, ταξιδάκι στην Κρήτη…



Είναι ωραία να επιστρέφεις…

Ίσως να είναι κι ένας από τους λόγους

που μ’ αρέσουν τα ταξίδια.

Η στιγμή της επιστροφής σε κάτι οικείο και ζεστό.

Σε κάτι αγαπημένο.

Σαν λύτρωση το δέχομαι.

Από κάθε πράγμα που με πίεσε

Από καθετί ξένο που με πλησίασε

Από καθετί, όμορφο ή άσχημο,

που μ’ έβγαλε από τα νερά μου.

Η πόλη μου!

Φεύγω, γυρνώ και την θαυμάζω απ’ την αρχή.

Σαν ποτέ να μην την έχω δει πιο πριν.

Φεύγω, γυρνώ και με θαυμάζω που την θαυμάζω πάλι.

.....................................................................................................

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 21, 2009

Απόστολος Λυκεσάς - Το Τσίρκο των Ψύλλων


Σας έχει συμβεί ποτέ να διαβάζετε ένα βιβλίο και ενώ το βιβλίο αυτό δεν είναι καθόλου δύσκολο από άποψη κατανόησης ή γραφής και επιπλέον, είναι απολαυστικότατο, εσείς να μην μπορείτε να το προχωρήσετε με το ρυθμό που θα περιμένατε γιατί οι σελίδες που κάθε φορά τελειώνετε ξεσηκώνουν μέσα σας 1000 ακόμα σκέψεις και 2000 παρορμήσεις που δεν σας αφήνουν να συγκεντρωθείτε και να παρακολουθήσετε τη συνέχεια;

Αυτό ακριβώς έπαθα εγώ με το φρεσκο-κυκλοφόρητο βιβλίο του Απόστολου Λυκεσά, «Το Τσίρκο των Ψύλλων».

Υπήρχαν κεφάλαια ή σελίδες που τις τελείωνα και αναγκαστικά σταματούσα. Έπρεπε να το αφήσω, να κάνω καναδυό γυροβολιές μέσα στο σπίτι, να κατέβει η ταραχή από το λαιμό στο στομάχι, να ‘ρθει και να καθίσει το πράγμα, για να πάω παρακάτω.


Χαρακτηριστική και ξεκάθαρη είναι η αναφορά του συγγραφέα στην πόλη μας και τους πολίτες της, την οποία ζωγραφίζει με απόλυτη ακρίβεια, με μοναδική προσωπική του παρέμβαση στο όνομά της. Αποφασίζει και την ξαναβαφτίζει, πολύ πετυχημένα, κατά τη γνώμη μου, δεν λέω πώς, ανακαλύψτε το μόνοι σας:-)


Πίσω όμως από την πόλη, από το πώς αυτή έχει καταντήσει και από το ποιοι ευθύνονται για την κατάντια αυτή, το βιβλίο, όπως το είδα εγώ, μιλάει για ένα σωρό πράγματα.

Για την απληστία, για το πώς κάποιοι βρεθήκαν ξαφνικά με «προίκα», για την αδιαφορία, την απάθεια, την «αμεριμνησία» και τα παρεπόμενά της στο άτομο και το σύνολο, για την δουλοπρέπεια με την οποία συμπεριφερόμαστε, χαρίζοντας αφελέστατα σε «αφέντες» ό,τι με κόπο φτιάχνουμε μόνοι μας, υποθηκεύοντας έτσι τις ίδιες τις ζωές μας, για την πλασματική ασφάλεια που νιώθουμε κλεισμένοι στα σπίτια μας και που δεν είναι παρά μια αυταπάτη.

Μιλάει όμως και για την ακεραιότητα του ανθρώπου και τον αγώνα του για την διασφάλισή της, για την διατήρηση αξιών που κάποιοι προσπαθούν να τις υποτιμήσουν κολλώντας τους την γνωστή ταμπελίτσα: «παρωχημένες»,

για «τρύπια συνθήματα» και για έναν άλλον κώδικα τιμής, αντρίκιο, που διαθέτουν άνθρωποι που αυτή η «πολιτισμένη» κοινωνία τους κρατά στο περιθώριο.


Όμως το βιβλίο δεν είναι δοκίμιο. Είναι ένα υπέροχο λογοτεχνικό βιβλίο, ένα μυθιστόρημα, που έχει δράση, έχει αγωνία, έχει προβληματισμό και ιδέες, κρύβει εκπλήξεις, κρύβει απανωτές κορυφώσεις, διαθέτει φαντασία και προσφέρει άφθονο γέλιο!

Παρελαύνουν περήφανα μέσα του οι αρχές της πόλεις, εντολοδόχοι της θρησκείας, όργανα της τάξης, δικηγόροι, απαθείς πολίτες, Ιταλική μαφία, περήφανοι Ρομ…

Μπλέκονται, φανταστικά κι ευφάνταστα, τα μοναστήρια, η αρχαία κληρονομιά, οι άθλιοι καταυλισμοί των τσιγγάνων και βέβαια, σε εξέχουσα θέση, το πιο «όμορφο» κτίριο της πόλης, προσφάτως υψωμένο κι απλωμένο. Μόνο που του λείπει μάλλον λίγο χρώμα;). Προσφορά με το βιβλίο αυτό λοιπόν, μερικές πινελιές:-)

Τελικά, είτε ευθέως είτε ρίχνοντας μικρά μικρά καρφάκια, καταλήγει να «τα χώνει» παντού, δίχως όμως κανένα ίχνος υπεροψίας. Αντίθετα, πρόκειται για ένα βιβλίο εντυπωσιακής τρυφερότητας και οργής.


Απολαυστικότατος και «προσωπικός» είναι και ο τρόπος γραφής, τόσο από άποψη λόγου όσο και από άποψη δομής. Οι δύο ιδιότητες του συγγραφέα –αυτή του δημοσιογράφου και αυτή του λογοτέχνη- δένονται αρμονικά και δίνουν το προσωπικό του στίγμα. Ποιητικό -αλλά όχι αδέσποτα λυρικό- όπου το συναίσθημα το απαιτεί, στεγνό και «καταγραφικό», όπου η εξιστόρηση των συμβάντων το επιβάλλει. Απόλυτα ισορροπημένο και ταυτόχρονα πρωτότυπο (για τα σύγχρονα τουλάχιστον ελληνικά δεδομένα, απ’ όσο τα γνωρίζω εγώ).


Τέλος, για μένα, το βιβλίο αυτό είναι ένα βιβλίο δικαίωσης σε πολλά πράγματα που σκέφτομαι και νιώθω (και φαντάζομαι και άλλοι γύρω μας). Δικαίωσης! Όχι εκτόνωσης. Έχει σημασία η λέξη. Γιατί στις μέρες μας, ό,τι δεν μπορούν να το καταπνίξουν επιχειρούν να το εκτονώσουν για να περάσει πιο ομαλά κι ανώδυνα. Όμως το βιβλίο αυτό φορτίζει μπαταρίες. Δεν τις αδειάζει.

Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα λιγάκι «επικίνδυνο», μάλλον «ενοχλητικό» βιβλίο, για τους διαχειριστές της πόλης (και οποιασδήποτε πόλης), αλλά και για τους «χαλαρούς» πολίτες της.

Ενοχλητικό, γι’ αυτό και σημαντικό.

Λέω λοιπόν, μαζί με τα συγχαρητήριά μου για το υπέροχο προαναφερθέν κτίριο, να στείλω στον άρχοντα της πόλης

και το βιβλίο αυτό δωράκι.

Κι εγώ η ίδια, να το ‘χω πάντα κάπου δίπλα μου για να κοιτάζω το επίσης πανέμορφο εξώφυλλό του.


Αποσπάσματα πολλά δεν παραθέτω, πρώτον γιατί κάποιοι που το ‘χουν ήδη στα χέρια τους και το διαβάζουν μου ζητήσανε να μην το κάνω και δεύτερον γιατί έχω υπογραμμίσει τουλάχιστον το μισό βιβλίο! Μόνο ένα, που βρίσκεται στις τρεις πρώτες σελίδες και σήμανε αμέσως τον συναγερμό που προοιώνιζε ότι εμένα αυτό το βιβλίο θα μου αρέσει ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ!:


“Ο Κύρος Λαύρος έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό. Δεν απαιτεί τίποτε από τους άλλους…Αυτή η ιδιότυπη «νευρική ανορεξία πλεονεξίας» ακούγεται ως προσόν…Όμως από παλιά δεν είχε θετικές συνέπειες για όσους διάβηκαν μ’ αυτή την αρχή στη ζωή τους. Το πλεονέκτημα της αυτονομίας και της συνεπακόλουθης ανεξαρτησίας δεν αναγνωρίζεται πάντα και απ’ όλους ως προτέρημα…Ο Κύρος Λαύρος τα γνωρίζει όλα τούτα. Αλλά επειδή ο μοναδικός του μεγάλος συμβιβασμός μέχρι τώρα είναι αυτός που έχει κάνει με τον εαυτό του, αλίμονο σ’ εκείνους οι οποίοι θα υποστούν όσα είχαν σκεφτεί να του κάνουν. Διότι αν κάτι δεν ξέρει ο Κύρος για τον εαυτό του και είναι αργά πλέον να το μάθει είναι τα όρια της ανοχής του που συνορεύουν με τις εκρήξεις βιαιότητας…”


Εκρηκτικό ξεκίνημα κατά τη γνώμη μου. Πολύ καλύτερη η συνέχεια. Αγαπημένο μου κεφάλαιο: «Τα Τρύπια Συνθήματα».

Καλή ανάγνωση!


…Αν δεν το καταλάβατε, ενθουσιάστηκα!


Το βιβλίο του Απόστολου Λυκεσά «Το Τσίρκο των Ψύλλων» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 11, 2009

Oscar Wilde - Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι


Ήταν η δεύτερη φορά που το διάβαζα και το ξεκίνησα με μια όχι και τόσο ευχάριστη αφορμή. Χαίρομαι όμως πάρα πολύ που το έκανα.
Το βιβλίο δεν το θυμόμουνα ολόκληρο, θυμόμουνα όμως το βασικό του στόρι και τον απίστευτα εγωπαθή, εγωκεντρικό και ματαιόδοξο ήρωά του. Γι’ ακόμη μια φορά, τελειώνοντάς το, κατάλαβα γιατί μερικοί συγγραφείς χαρακτηρίστηκαν κλασικοί. Όταν ένα βιβλίο σπάει τα χρονικά και γεωγραφικά όρια και φτάνει να αφορά τους πάντες και πάντα και ταυτόχρονα είναι τόσο γενναιόδωρο σε λογοτεχνική απόλαυση, ανάγεται αυτόματα σε ένα άλλο λογοτεχνικό επίπεδο.
Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι είναι ένα πολύ γεμάτο βιβλίο. Πολύ πλούσιο, αλλά καθόλου βαρύ. Πιάνει θέματα που αφορούν από το εντελώς προσωπικό/ατομικό - ανθρώπινους χαρακτήρες, συμπεριφορές, συναισθήματα κλπ – μέχρι ζητήματα κοινωνικά, θρησκευτικά, πατριωτικά, ταξικά. Σε πρώτο πλάνο μιλάει για τη ματαιοδοξία, αλλά πάνω της και γύρω της, ο συγγραφέας, κεντάει το ήθος, την διαφθορά, την πίστη –σε αντιδιαστολή με την θρησκεία-, την πατρίδα, την εθνικότητα. Όλα αυτά τα “ιερά” και “όσια”, τα εξ’ ορισμού αδιαμφισβήτητα, τα πιάνει, τα συνθλίβει, τα διαλύει, τα αποσυνθέτει και τα ανασυνθέτει και φτου κι απ’ την αρχή. Χωρίς να ηθικολογήσει πουθενά, χωρίς να σε κατευθύνει ή έστω να σε προσανατολίσει. Πρόκειται για ένα θρίλερ, όχι τόσο του ίδιου του Ντόριαν, αλλά περισσότερο του αναγνώστη. Πιο πολύ, μοιάζει να θέλει να σε ταράξει. Ακόμη και να σε σοκάρει . Να σε ταρακουνήσει, σπέρνοντας μέσα σου την αμφιβολία, την αμφισβήτηση, τον προβληματισμό για όλα αυτά που μέχρι τώρα θεωρούσες δεδομένα. Μια αμφισβήτηση που γίνεται εντονότερη με την πάροδο του αρχικού σοκ. Είναι αυτό που πολύ συχνά λέμε μετά το τέλος ενός βιβλίου: “αυτό που μένει”.

“- Και τι γνώμη έχεις για την Τέχνη;
- Είναι μια αρρώστια.
- Ο Έρωτας;
- Μια αυταπάτη.
- Η θρησκεία;
- Υποκατάστατο της πίστης, πολύ της μόδας σήμερα.’

“Τα νιάτα! Δεν υπάρχει τίποτα ισάξιο με τα νιάτα. Είναι ηλίθιο να μιλάμε για την άγνοια της νιότης. Οι μόνοι άνθρωποι που εκτιμώ τη γνώμη τους τώρα είναι οι πολύ νεότεροί μου. Έχω την εντύπωση πως βρίσκονται πολύ πιο μπροστά από μένα. Η ζωή τους έχει αποκαλύψει το τελευταίο της θαύμα. Όσο για τους ηλικιωμένους, διαφωνώ πάντα μαζί τους. Είναι για μένα ζήτημα αρχής. Αν ρωτήσεις τη γνώμη τους για κάτι που έγινε χτες, σ’ εφοδιάζουν, μ’ όλη τη δυνατή σοβαρότητα, με τις απόψεις που επικρατούσαν στα 1820, όταν ο κόσμος φορούσε ψηλά κολάρα, πίστευε στο καθετί και δεν ήξερε απολύτως τίποτα.”

Το θέμα βέβαια που χρησιμοποιεί για να πει όλ’ αυτά, και που, στις μέρες μας τουλάχιστον, όλοι συνηθίζουμε να δείχνουμε υπεράνω και ότι πρόκειται για κάτι ρηχό που εμείς, ως άνθρωποι καλλιεργημένοι δεν του δίνουμε και τόση σημασία, αλλά κοιτάμε δήθεν πάντα πράγματα βαθύτερα στους ανθρώπους και πιο ουσιαστικά, και είμαστε τελικά όλοι ψεύτες, είναι η εξωτερική ομορφιά και η βαρβαρότητά της. Πόση και τι επίδραση έχει ένας όμορφος εξωτερικά άνθρωπος πάνω μας; Γιατί τον συμπαθούμε πολύ πιο εύκολα κάποιον που μας χαμογελάει όμορφα; Γιατί τον προσέχουμε περισσότερο; Γιατί τον πιστεύουμε περισσότερο; Γιατί συμφωνούμε, δεχόμαστε ή και καθοδηγούμαστε, ανάλογα με τα δικά του πιστεύω και τις διαθέσεις του; Αν μάλιστα, η ομορφιά και η επίδρασή της είναι ένα στοιχείο που αυτός που το έχει, το ‘χει καλλιεργήσει κι έχει μάθει να το χρησιμοποιεί και να το εκμεταλλεύεται όπως θέλει, τότε, με μόνο αυτό το ταλέντο, ανοίγονται μπροστά του πόρτες που σε αντίθετη περίπτωση δεν θα του ανοίγονταν ποτέ. Μπορεί να κάνει πράγματα απίθανα χωρίς κανένα άλλο προσόν.

“Μα η ομορφιά, η πραγματική ομορφιά, τελειώνει εκεί που αρχίζει η πνευματική φυσιογνωμία. Το πνεύμα είναι αυτό καθαυτό ένα είδος υπερβολής και καταστρέφει την αρμονία κάθε προσώπου. Απ’ τη στιγμή που θα κάτσεις κάτω να σκεφτείς, το πρόσωπό σου γίνεται όλο μέτωπο ή μύτη ή ό,τι άλλο – πάντα φριχτό.”

Μέχρι πού όμως μπορεί να φτάσει; Ποια είναι τα όρια αντοχής αυτής της ματαιοδοξίας; Και ποια τα παρεπόμενά της;

“Δεν θα ‘πρεπε να κάνουμε ποτέ τίποτα που να μην μπορούμε να το συζητήσουμε μετά το δείπνο.”